Ο ιός εισέρχεται στον οργανισμό από το αναπνευστικό σύστημα και εγκαθίσταται στον αναπνευστικό βλεννογόνο και τους λεμφαδένες όπου και πολλαπλασιάζεται.
Με το φτέρνισμα ή το βήχα, τα σταγονίδια διασπείρονται μέσω του αέρα και μπορούν να επιμολύνουν άλλα άτομα ή επιφάνειες, παραμένοντας μολυσματικά για διάστημα τουλάχιστον 2 ωρών.
Η ιλαρά χαρακτηρίζεται ως πολύ μεταδοτική νόσος.
Τα άτομα που νοσούν μεταδίδουν την νόσο περίπου 4 ημέρες πριν την εμφάνιση του εξανθήματος έως και 4 ημέρες μετά την εμφάνιση του εξανθήματος .
Σε κοινόχρηστους χώρους να αποφεύγονται συνθήκες συγχρωτισμού και να προβλέπεται ο κατάλληλος εξαερισμός.
Σε περίπτωση εμπύρετης νόσου, με έντονα καταρροϊκά συμπτώματα (δακρύρροια, ρινόρροια, πταρμό), βήχα, επιπεφυκίτιδα και φωτοφοβία. θα πρέπει να απευθυνθούν άμεσα σε εξέταση από τον θεράποντα ιατρό τους.
Θα πρέπει να γίνει έλεγχος για εντοπισμό της πηγής μόλυνσης και αναζήτηση άλλων πιθανών κρουσμάτων στο ευρύτερο περιβάλλον του ασθενούς. Οι στενές επαφές από το οικογενειακό, εργασιακό, σχολικό, κοινωνικό περιβάλλον, ιατρονοσηλευτικό προσωπικό, θα πρέπει να διερευνώνται σε όλη την περίοδο μεταδοτικότητας της νόσου.
Καραντίνα πρακτικά δεν εφαρμόζεται.
Ταυτόχρονη απολύμανση δεν εφαρμόζεται.