«Δικαιωθήκαμε απόλυτα σε σχέση με την τότε θέση που είχαμε λάβει. Πλέον καλούμε την κυβέρνηση στο πλαίσιο του νέου νόμου να κινηθεί σε αυτές τις αρχές που πολύ σωστά είχαμε θέσει» υπογραμμίζει ο κ. Αλεξόπουλος.
Να υπενθυμίσουμε πως με Δελτίο Τύπου της Π.Δ.Ε. από τις 7 Νοεμβρίου 2013, είχε τονιστεί πως η συγκεκριμένη απόφαση για τη λειτουργία των μαγαζιών τις Κυριακές που είχε προκαλέσει σωρεία αντιδράσεων σε εμποροϋπαλλήλους και καταστηματάρχες, δεν ήταν σωστή και έπειτα από τη διαβούλευση που είχε γίνει με τους εμπλεκόμενους φορείς, είχε αποφασιστεί να μην ισχύσει, πέρα από αυτές που όριζε αναγκαστικά ο Νόμος.
Συγκεκριμένα, ο κ. Αλεξόπουλος στη τότε δήλωσή του τόνιζε:
«Προσωπική μου άποψη, είναι ότι ο νόμος θα έπρεπε να έχει προβλέψει και να διασφαλίζει τα δικαιώματα και τα συμφέροντα όλων των εμπλεκόμενων στην αγορά (εμπόρων και εμποροϋπαλλήλων) καθώς και να προβλέπει τους απαραίτητους ελεγκτικούς μηχανισμούς.
Φαίνεται ξεκάθαρα (και σε επίπεδο Ευρώπης) η οικονομική κατεύθυνση που υπάρχει και οδηγεί στην πλήρη απελευθέρωση ωραρίου και ημερών. Δεν λαμβάνεται όμως υπόψη, ούτε υπάρχουν οι δικλείδες ασφαλείας σε σχέση με την ιδιαιτερότητα της οικονομικής κατάστασης της Ελλάδας αυτήν την στιγμή.
Κατά την άποψή μου ο νόμος θα πρέπει να επανεξεταστεί και ως προς τις προβλεπόμενες 7 Κυριακές του χρόνου που δίνεται η δυνατότητα της λειτουργίας των καταστημάτων.
Δεν μπορεί να εξηγηθεί για παράδειγμα, το γιατί προβλέπεται 2 Κυριακές πριν τα Χριστούγεννα να είναι ανοιχτά τα καταστήματα, αντί του ορθού κατά την γνώμη μου που θα έβρισκε και σύμφωνο τον εμπορικό κόσμο και τους καταναλωτές, 1 Κυριακή πριν τα Χριστούγεννα και 1 πριν την Πρωτοχρονιά.
Όπως και οι υπόλοιπες 4 πριν τις εκπτωτικές περιόδους, που θα μπορούσαν κάλλιστα να αποτελέσουν επιλογή των τοπικών κοινωνιών, μέσω της απόφασης του Αντιπεριφερειάρχη ή του τοπικού Δημάρχου και όχι να επιβάλλονται από το νόμο».
Και κατέληγε ο Αντιπεριφερειάρχης Π.Ε. Αχαΐας: «Εύχομαι όλοι μας, και αναφέρομαι στην κυβέρνηση, στους βουλευτές μας, στην Περιφέρεια και στους Δήμους της Αχαΐας, με την συμπαράσταση των φορέων των τοπικών κοινωνιών, να αναπτύξουμε από κοινού δράσεις που θα συνεισφέρουν τα μέγιστα στην ανάπτυξη της επισκεψιμότητας στην περιοχή μας, γιατί τότε η ίδια η ζωή θα απαιτήσει να ικανοποιηθούν οι ανάγκες της.
Μέχρι τότε όμως, δεν μπορούμε να ανακυκλώνουμε την τοπική μας πενιχρή οικονομία με μέτρα που δεν συνεισφέρουν στη βελτίωση του βιοτικού μας επιπέδου».